Search This Blog

Sunday 16 October 2016

Το ιπτάμενο δελφίνι και η μαύρη μου χημεία μέσα...




Ξένε η φρεναπάτη ισορροπεί στα ακρογείσια των σκεπών της μικρής μας πόλης και μετά χάνεται στα έρημα σοκάκια της συνοδεύοντας τα βήματά μου που αδυνατούν να παραμείνουν σιωπηλά και ο ήχος τους χάνεται στις υδρορροές που οδηγούν στα έγκατα των υπονόμων μαζί με τα απόνερα της χθεσινής βροχής, την ώρα που το τρωκτικό καταβρόχθιζε τα οργανικά απόβλητα της νοικοκυράς στους κίτρινους σάκους, τα περιστέρια ανησυχούν για λίγο σηκώνουν το κεφάλι και ξαναπέφτουν στο λήθαργο του σούρουπου, το μόνο που κάνανε την διάρκεια της ημέρας ήταν να χέζουν το καλντερίμι, τις εισόδους των σπιτιών τα μπρούτζινα, τα πέτρινα, τα ξύλινα, που περίτεχνα οι άνθρωποι έφτιαξαν στην προσπάθεια τους να συνδυάσουν με τον μεσαιωνικό χαρακτήρα της στο κομάτι αυτο της παλιάς πόλης με την νεόπλουτη αισθητική τους, τα γαμημένα βρίσκονται παντού όποιο δοκάρι όποιο περβάζι όποιο λούκι και να κοιτάξεις θα δεις μερικά από δαύτα να κουρνιάζουν και να χέζουν προκαλώντας έτσι την δική τους αισθητική και εικαστική παρέμβαση.
Περπατάω  σκεπτόμενος πως τούτα τα βήματα με οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στο ζεστό μου κρεβάτι ενώ κάποιου άλλου κάτω από το γεφύρι, στις σίτες των αεραγωγών και στα παγκάκια του σταθμού των τραίνων όσο τους το επιτρέψουν οι αστυνομικοί που περιπολούν εκεί, αυτά τα πράγματα είναι αδύνατο να συμβαίνουν στην μικρή μας πόλη δεν υπάρχει περιθώριο δεν υπάρχει παρασκήνιο φρεναπάτη, ξένε μου, φρεναπάτη, όχι δεν συμβαίνουν...



Τον είχα συναντήσει ένα πρωινό καθώς σουλατσάριζα στον κεντρικό του μετρό σταθμό (Main Station εις την αλλοδαπήν) της μικρής μας πόλις, τσακωνόταν με κάτι κάτι παρακμιακούς τύπους για ανύπαρκτο λόγο έτσι το κάνουν συχνά για να σπάσουν την μονοτονία τους περιθωριακοί έριξε και κάτι χριστοπαναγιες παρακμιακές και απομακρύνθηκε συγχυσμένος.  Μου έκανε εντύπωση ατημέλητος με μια κιθάρα χιαστί στον ώμο του πιασμένη με ένα φθαρμένο σχοινί, τα ρούχα του παλιά και μεγαλύτερα από το μέγεθος του το όλο σύνολο χαρακτήριζε ένα άστεγο με καλλιτεχνικές ανησυχίες.
Στην επιστροφή μου συναντηθήκαμε ξανά τα τραίνα πηγαινοερχόντουσαν αυτός καθισμένος σ ένα παγκάκι σκάλιζε την κιθάρα του με μια πένσα, δυο σπασμένες χορδές ανέμιζαν άτακτα με την κάθε του κίνηση, τον χαιρέτισα είπαμε διάφορα κάποια στιγμή το τραίνο μου εμφανίστηκε πριν προλάβω να τον χαιρετίσω σηκώθηκε και πήρε θέση μαζί μ εμένα για την επιβίβαση δεν ξέρω αν είχε σκοπό να ταξιδέψει η το έκανε έτσι απλά για την πλάκα του, καθίσαμε το εισιτήριο μου κάλυπτε την διαδρομή μέχρι τις 4 επόμενες στάσεις και όχι το πήγαινε έλα για τις επόμενες τέσσερις ώρες στους 2 τερματικούς εκατέρωθεν σταθμούς σαν εντιμότατοι λαθρεπιβάτες...




Η ψυχές δεν γεννιούνται, πάντα υπάρχουν απλά αλλάζουν σώμα κάθε φορά έτσι αυτός με την θεωρία αυτή έχει ζήσει πολλές ζωές και κάποιες τις θυμάται κιόλας, υπήρξε λέει αγγελιοφόρος του Θησέα στην αρχαία Ελλάδα, θυμάται τα δύσβατα μονοπάτια που οδηγούσαν στην Σπάρτη, το άδοξο τέλος πριν την μονομαχία κάπου στον μεσαίωνα καθώς ένας κακός άνεμος τον έριξε στον γκρεμνό πριν ακόμη προλάβει να ξεθηκαρώσει μετά ως δια θαυματοποιού δάκτυλο εμφανίζεται να παρατηρεί την σκάλα της ουτοπίας του Νικόλα του Ασίμου... 
(Εκεί ο τύπος με τα μούσια δεύτερο πλάνο έτοιμος να την κοπανήσει για την επόμενη του ζωή) 


καθότι φιλαράκια μαζί τρώγανε μαζί πίνανε κατά τα λεγόμενα κώλος και βρακί.
Η μουσική είναι ευγενική με όλους, δεν πα να είναι Χίτλερ ο άλλος δεν κάνει διακρίσεις.
 Η μάνα του πουτάνα από την την Τρούμπα ή γιαγιά του μάγισσα μαγικά φίλτρα και ξόρκια.
O πατέρας του διάνυα σπουδαγμένος στο Παρίσι δικηγορία, τέσσερις γλώσσες το άτομο έγραφε και  έκανε μεταφράσεις, άνθρωπος του πνεύματος αλλά αριστερός και αυτό τον έφαγε, εξορίες και τα τα σχετικά,  δίπλα στον Χαλεπά τον θάψανε Α' νεκροταφείο, προφανώς εδώ πρόκειται για τον Γιαννούλη Χαλεπά και αναρωτιέμαι σ εκείνη την λίστα με τούς ψυχασθενείς σοφούς, γιατί δεν υπάρχει το όνομα του, για τον Χαλεπά ο λόγος άλλα αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Λοιπόν να επιστρέψουμε στο θέμα μας που είναι ο πατέρας του, 3.500 χιλιάδες άτομα στην κηδεία του όλοι αυτοί οι άνθρωποι του πνεύματος, συγγραφείς αρχιτέκτονες ποιητές  και της πουτάνας το κάγκελο και όλοι τους φωνάζανε άξιος.
Υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος και μέλος της συντακτικής επιτροπής ιστορικού περιοδικού μια παρέα που πρόσφερε πολλά στην τέχνη και τον πολιτισμό (1954-1967) το σταμάτησε η χούντα, έκανε εξορία  με Θεοδωράκη και Μπιθικώτση.
Και πολύ φυσιολογικό αισθανόταν πολύ περήφανος για αυτόν έσταζαν μέλι τα λόγια έζησε μαζί του μέχρι τα εννιά του χρόνια και μετά ανέλαβε την σκυτάλη η γιαγιά η μάγισσα την οποία υπεραγαπούσε πρώτα αυτή και μετά η μάνα του...



Από την πρώτη μας συνάντηση τον είδα άλλες δύο φορές, την τελευταία φορά ήταν με κάποιον άλλον νεαρό κρητικό που τον φιλοξενούσε κατά διαστήματα είπαν πως εδώ δεν βγαίνει και θα τραβιόντουσαν προς Αμβούργο μεριά μετά από δύο ήμερες, είναι καλύτερα εκεί, πέφτουν περισσότερα φράγκα, είχε ετοιμάσει και την βαλίτσα του μία κόκκινη με ροδάκια. κάποιες κυρίες προφανώς κάποιου φιλόπτωχου συλλόγου μας φέρανε μία οικογενειακή πίτσα στο κουτί της, κέρασα τις μπύρες...
Από τότε δεν τον ξαναείδα αν και έχω περάσει αρκετές φόρες από εκεί, θα εμφανιστεί κάποια στιγμή δεν μπορεί θα εμφανιστεί...
Εις υγείαν λοιπόν των ιπτάμενων δελφινιών,  των φιλόπτωχων κυριών και της μαύρης μου χημείας μέσα..

             

      

Text: Αποσπάσματα από κάποιο κείμενο μου που φυλάττεται σ έναν φάκελο με τίτλο Small Town Stories.
Photos end Videos, αποσπάσματα: Δια χειρός εμου του ιδίου.

Σημειωτέον: Με κάθε επιφύλαξη ως προς τα ονόματα και τα γεγονότα που αναφέρθηκαν παραπάνω αφού είναι προϊόν μιας κουβέντας και μόνο, την οποία όμως δεν έχω λόγους να αμφισβητήσω...

Saturday 8 October 2016

the Animal Mothers - The Incredibly Strange Animal Mothers Who Stopped Living And Became Mixed Up Zombies

Με τόσο μακροσκελή τίτλο δεν χρειάζεται καν κείμενο η ανάρτηση.
Αρκεί μια ματιά στα ονόματα των τραγουδιών για να καταλάβεις πόση βρωμιά κρύβεται μέσα.